Toυ Άκη Καπράνου…
Ο Jean-Luc Godard παρατήρησε κάποτε ότι πάντα ένιωθε νεότερος από τους αμερικανούς σκηνοθέτες γιατί η σχέση του με το αμερικανικό σινεμά ήταν σαν σχέση γιού-πατέρα. Xρησιμοποιώντας αυτήν την μεταφορά είχε βέβαια στο μυαλό του τη σχέση πατέρα και γιού με την φροϋδική έννοια: αυτή την αντιθετική ορμή, απ’τη μια να ακολουθήσεις τα βήματα του πατέρα κι απ’την άλλη να απελευθερωθείς απ’αυτόν, να τον «σκοτώσεις»…
Ο μεγάλος δημιουργός είχε σίγουρα δίκιο με το να υπονοεί ότι κάθε σκηνοθέτης που θα βρεθεί σ’αυτή την κατάσταση, θα παγιδευτεί ανάμεσα στην επιθυμία να μιμηθεί το Hollywood και την ανάγκη να αποκοπεί από αυτήν την επιβολή της «συμμόρφωσης» σε ένα μοντέλο. Τέτοια ήταν η επιβολή του Hollywood στο παγκόσμιο σινεμά που μερικές φορές το Hollywood καταλήγει στο να μην φαίνεται σαν ένα εθνικό σινεμά, αλλά σαν το σινεμά, όπως για τον γιο σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξής του ο πατέρας δεν είναι ένας άνθρωπος ανάμεσα στους άλλους αλλά η ίδια η ανθρωπότητα.
Οι κινηματογραφιστές σήμερα δείχνουν να έχουν το ένα μάτι στραμμένο στο σινεμά της χώρας τους και το άλλο στο Hollywood. Και αυτό γιατί στο παγκοσμιοποιημένο φιλμικό «σήμερα» η κυρίαρχη κουλτούρα είναι η αμερικάνικη. Έτσι λοιπόν, οι ευρωπαίοι κινηματογραφιστές άρχισαν να ψάχνουν πανικόβλητοι την πρέπουσα «ευρωπαϊκή απάντηση στο αμερικάνικο σινεμά».
Θα μπορούσαν όμως, πολύ εύκολα, να ρίξουν μια ματιά στην κινηματογραφική πραγματικότητα μερικές δεκαετίες πριν. Όταν δηλαδή η ευρωπαϊκή απάντηση σε φημισμένα blockbuster σαν τον «Εξορκιστή» ή τον «Ρόκυ» ερχόταν με τις υπογραφές σκηνοθετών σαν τον Pier Paolo Pasollini, τον Marco Ferreri (το «Μεγάλο Φαγοπότι» αποτέλεσε τεράστια εμπορική επιτυχία σε όλο τον κόσμο) και τον Andrej Tarkovsky. Θα μου πείτε, εκείνα τα χρόνια Hollywood σήμαινε Coppola, Lumet, Pollack… Έστω. Και πάλι όμως, δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια μας μπροστά στο μεγάλο λάθος των ευρωπαίων σκηνοθετών. Αντί να προσφέρουν νέες φιλμικές προτάσεις σε ένα κοινό που όντως αναζητά άλλους τρόπους ψυχαγωγίας, προσπαθούν να χτυπήσουν το Hollywood με τα ίδια του τα όπλα.
Τι ζητάμε όμως από τον Νέο Κινηματογράφο; Τι έχει να μας προσφέρει; Ας πούμε λοιπόν πως ο Νέος Κινηματογράφος οφείλει να προβάλλει μια καινούργια αντιμετώπιση του κόσμου: Κριτική και ποιητική ταυτόχρονα. Κριτική γιατί δεν δέχεται πια τις ετοιμοπαράδοτες αλήθειες που μας προσφέρονταν από τη γέννηση μας, αλλά αμφισβητεί και διαλέγεται. Ποιητική γιατί «κρίση συνείδησης» σημαίνει εκλογή, δηλαδή τέχνη.
Η δε προσπάθεια για μια γενική διάδοση της κουλτούρας δεν έχει νόημα αν δεν υπάρξει μια ανανέωση των δομών σε όλους τους τομείς – και η ανανέωση αυτή θα αποτελέσει τη βάση για τη δημιουργία αυθεντικών ατόμων, δυνάμει καλλιτεχνών και όχι παθητικών καταναλωτών. Ή τουλάχιστον, ας ελπίζουμε.