Από τον Άκη Καπράνο
Ιστορίες ηττημένων – προς το παρόν, έστω – σε ταινίες που συγκλονίζουν, στο 24ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης που μοιάζει να βρίσκει το ρυθμό του, τώρα στις τελευταίες του μέρες.
«Αν κάτι δεν μπορείς να το πεις, παιχ’το στο μπουζούκι» ακούγεται στον «Σπασμένο ήχο» του Φοίβου Κοντογιάννη, που ξέρει πολύ καλά πώς να πει αυτά που θέλει, καθώς παίζει έξοχα το δικό του «μπουζούκι», που είναι το σινεμά (δεν γνωρίζω αν είναι καλός παίχτης του οργάνου – αλλά δε θα με εξέπληττε αν ήταν). Το ντοκιμαντέρ του παρακολουθεί το χρονικό του μπουζουκιού, από τη γέννηση του μέχρι στις μέρες μας και, αναπόφευκτα, ζωγραφίζει το ιστορικό πορτραίτο της χώρας από τις μέρες της αρχαιότητας ακόμα μέχρι σήμερα. Με την ξέφρενη πορεία της παγκοσμιοποίησης να εξαφανίζει οτιδήποτε συνεισφέρει κάποιο λιθαράκι στην όποια εθνική ταυτότητα (παγκόσμιο φαινόμενο είναι άλλωστε), το μπουζούκι φαντάζει συνταξιούχος πρόμαχος – ή μήπως όχι; Ο «Σπασμένος ήχος» κλείνει με μια ελπιδοφόρα νότα. Σπασμένη κι αυτή, καθότι ισχνή ακόμα, αλλά με προοπτική…
Στο εξαιρετικό «Γ@μω τη δουλειά μου» (ελληνική μετάφραση του «F@ck my job» της Βέρα Κριτσέφσκαγιά, όλα περιστρέφονται γύρω από το τηλεοπτικό κανάλι Dozhd TV (γνωστό και ως TV Rain, η «τηλεόραση της βροχής»), το μοναδικό Ρωσικό κανάλι ανεξάρτητης δημοσιογραφίας που έχει επιβιώσει το καθεστώς του Πούτιν. Στο δυναμικό του, δημοσιογράφοι υπέρ της αντιπολίτευσης και μειονότητες όπως η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα – μια όαση πολιτικής και σεξουαλικής ελευθερίας – άρα και ένα εξαιρετικά εμπορεύσιμο προϊόν, όταν είσαι ο μόνος που το πουλά, θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί. Έλα όμως που δεν μπορείς εύκολα να παίζεις τέτοια μπάλα στη χώρα του Πούτιν. Και ασφαλώς, όταν ξεκίνησε αυτή η προσπάθεια, κανείς δεν περίμενε πως θα γινόταν «ξένος πράκτορας» στη χώρα του.
Και τι να πει κανείς για το «Σπίτι από θραύσματα», γυρισμένο στην Ανατολική Ουκρανία από τον Δανό εξπέρ Λέρενγκ Γουίλμοντ, που παρακολουθεί μια μικρή ομάδα κοινωνικών λειτουργών, εργαζόμενη ακατάπαυστα σ’ ένα ειδικό ορφανοτροφείο. Σκοπός της ομάδας είναι η δημιουργία ενός σχεδόν μαγικού περιβάλλοντος, στο οποίο τα παιδιά θα ζουν με ασφάλεια όσο οι κρατικές και δικαστικές αρχές αποφασίζουν το μέλλον τους και αυτό των οικογενειών τους. Για τα περισσότερα, ξέρουμε πως το τέλος δεν θα είναι ρόδινο. Ο Γουίλμοντ όμως αποφεύγει την βαριά ρητορική, στέκεται σε μικρή απόσταση, και καταγράφει με μια πανανθρώπινη τρυφερότητα την τραγική αυτή ιστορία.