Του Mιχάλη Κατσαφάδου…
Άκουγα τις δηλώσεις του Μίχαελ Σκίμπε, πριν από το παιχνίδι της Εθνικής μας ομάδας με το Βέλγιο που μεταξύ άλλων ανέφερε ότι η Ελλάδα είναι μία ομάδα που αρνείται να χάσει.
Σκέπτομαι σε πρώτο χρόνο. Για ποια Εθνική μιλάει; Γιατί η «παλιά» Ελλάδα των επιτυχιών, πράγματι δεν συμβιβαζόταν με την ήττα. Αλλά η τωρνή; Πριν αναλάβει το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα ο Σκίμπε, προκαλούσε μόνο οίκτο με την απόδοση της, αλλά και τα αποτελέσματα που έφερνε. Πριν από την χωρίς αξία νίκη επί της Ουγγαρίας με 4-3 στο ματς που έκλεισε την αυλαία της προκριματικής φάσης του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος η «γαλανόλευκη» ομάδα μετρούσε 11 ματς χωρίς νίκη, με 7 ήττες σε αυτό το διάστημα.
Με την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας από τον Γερμανό τεχνικό, έγιναν 7 φιλικά με στόχο να προετοιμαστεί η ομάδα ενόψει των προκριματικών του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Το 1-2 επί της Ολλανδίας στο «Fhilips Stadion» δημιούργησε αίσθηση, έγινε όμως επί μίας ομάδας που αποτελείται μεν από εξαιρετικούς παίκτες, αλλά χωρίς ίχνος σοβαρότητας. Και βέβαια μην ξεχνάμε ότι ήταν απλώς ένα φιλικό. Στο ξεκίνημα των προκριματικών η Εθνική κινήθηκε σε μέτρια επίπεδα. Έδειξε βέβαια ότι τουλάχιστον ήταν μία ομάδα που προσπαθούσε. Τρεις νίκες χωρίς ιδιαίτερα καλή απόδοση επί του Γιβραλτάρ, επί της Κύπρου και επί της Εσθονίας και το πρώτο crash test ήρθε με την Βοσνία στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης». Πολύ καλύτεροι οι Βόσνιοι, ιδιαίτερα στο πρώτο ημίχρονο όταν προηγήθηκαν, απώλεσαν στην συνέχεια κλασικές ευκαιρίες να τελειώσουν το ματς, δεν το έκαναν και ο Τζαβέλας στο 5ο λεπτό των καθυστερήσεων τους τιμώρησε.
Τελικά μάλλον ο Μαρτίνεθ, ο τεχνικός του Βελγίου είχε αφουγκραστεί πολύ καλύτερα από εμένα την αλλαγή στην Εθνική. Γιατί η χθεσινή ομάδα που είδαμε, μας γύρισε πίσω, στην «χρυσή» δεκαετία που οι αντίπαλοι έβλεπαν Ελλάδα και τους έπιανε κρύος ιδρώτας, γιατί ήξεραν ότι φέρνει τα παιχνίδια στα μέτρα της. Ένιωθες μία σιγουριά ότι στο τέλος κάτι θα γινόταν και η Ελλάδα θα έφευγε νικήτρια από το γήπεδο.
Βέβαια χθες ήταν αυτή που δέχτηκε το γκολ στο τέλος, αλλά για μένα δεν έχει καμία σημασία. Άλλωστε δέχτηκε ένα γκολ το οποίο δεν μπορούσε να κάνει κάτι για να το αποφύγει, ήταν αποτέλεσμα μίας ενέργειας που έγινε από τον Λουκάκου, έναν από τους πιο ποιοτικούς επιθετικούς που κυκλοφορούν στα ευρωπαϊκά γήπεδα.
Η ουσία είναι ότι η Ελλάδα έχει και πάλι παίκτες που έχουν το μαχαίρι στο στόμα. Που είναι έτοιμοι να δώσουν τα πάντα μέσα στο γήπεδο για να μην φύγουν με σκυμμένο κεφάλι. Να σας πω την αλήθεια, εγώ δεν ήμουν αισιόδοξος πριν από την χθεσινή αναμέτρηση. Περισσότερο είχα εναποθέσει τις ελπίδες μου στην …θεά τύχη που είναι πάντα ένας σοβαρός παράγοντας στο ποδόσφαιρο και λιγότερο στην δυναμική της Εθνικής που έπαιζε απέναντι σε ένα τόσο ποιοτικό συγκρότημα που ήξερε ότι με νίκη ουσιαστικά «καθάριζε» την πρωτιά στον όμιλο. Και βέβαια διαψεύστηκα οικτρά. Η Βοσνία των πολλών αστέρων «έφαγε» τέσσερα από το Βέλγιο. Η Εθνική του Σκίμπε όμως στάθηκε όρθια.
Back to ηεroots ήταν το χθεσινό παιχνίδι για την Ελλάδα. Η εξαιρετική αμυντική λειτουργία, σήμα κατατεθέν της Εθνικής στα χρόνια της ακμής της, επανήλθε και πάλι σε πρώτο πλάνο. Αν εξαιρέσει κανείς δύο-τρεις φάσεις των Βέλγων στο πρώτο ημίχρονο, με τον Φελαινί να απειλεί κυρίως σε ολιγωρίες των παικτών μας, η Ελλάδα έβγαλε, το πρώτο ημίχρονο, παίρνοντας άριστα. Οι Βέλγοι, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, είχαν μεν συντριπτική κατοχή της μπάλας, ανούσια τις περισσότερες φορές δε. Το γρήγορο γκολ του Μήτρογλου, το 16ο για τον διεθνή επιθετικό, μέσα στο 2017, πρόσθεσε πίεση στον αντίπαλο, αλλά η ανόητη αποβολή του Ταχτσίδη, άλλαξε τις ισορροπίες. Αν έμενε η Ελλάδα με 11 παίκτες στον αγωνιστικό χώρο πιθανότατα δεν θα έχανε, έχοντας και σε μεγάλη ημέρα τον Στέφανο Καπίνο, που θύμισε παλιές μεγαλειώδεις εμφανίσεις του Αντώνη Νικοπολίδη. Μετά το χθεσινό αποτέλεσμα, ο όμιλος έγινε… μύλος. Κανείς από τους τρεις δεν έχει πλέον προβάδισμα πρόκρισης, οι ισορροπίες είναι λεπτές, αλλά τέτοια αποτελέσματα όπως το χθεσινό δίνουν αυτοπεποίθηση και στους παίκτες και στον προπονητή. Το παιχνίδι της 9ης Ιουνίου στην Βοσνία αποκτάει κομβικό χαρακτήρα για την Ελλάδα. Αν δεν φύγει ηττημένη θα έχει αποκτήσει προβάδισμα, τουλάχιστον για την 2η θέση.
Η ομάδα είναι ακόμη σε περίοδο αναπροσαρμογής. Ο προπονητής μαθαίνει καλύτερα τους παίκτες και οι παίκτες ακόμη προσπαθούν να απορροφήσουν όσο πιο γρήγορα μπορούν τα θέλω του προπονητή και την φιλοσοφία του για τον τρόπο που θέλει να παίζει αυτή η ομάδα.
Ας έχουμε λοιπόν υπομονή, μία λέξη βέβαια άγνωστη στο ελληνικό λεξιλόγιο και ας δώσουμε τον χρόνο σε αυτή την ομάδα να ολοκληρώσει την αναγέννηση της. Μέχρι τότε καλό είναι να την στηρίξουμε με όλες τις δυνάμεις μας, γιατί αυτό έχει ανάγκη τούτη την ώρα η Εθνική. Να νιώσει ότι δουλεύει σε ένα περιβάλλον που την εμπιστεύεται και όχι σε ένα περιβάλλον που περιμένει το πρώτο στραβό αποτέλεσμα για να την λοιδορήσει.