Πολλές συζητήσεις, εντός κι εκτός ΚΚΕ, έχει προκαλέσει η ανακοίνωση της επιτροπής προσυνεδριακού διαλόγου του κόμματος αναφορικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θέτει για τη συμμετοχή στον εν λόγω διάλογο ενόψει του 20ού Συνεδρίου που θα διεξαχθεί 30 Μαρτίου-2 Απριλίου 2017.
Η επίμαχη ανακοίνωση, που δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη» την περασμένη Τετάρτη, φέρνει άνευ προηγουμένου αλλαγές στη διεξαγωγή του δημόσιου προσυνεδριακού διαλόγου. Οι νέοι κανόνες δεν έχουν προηγούμενο για κανένα συνέδριο του ΚΚΕ της περιόδου της Μεταπολίτευσης.
Αναλυτικότερα, ο νέος κανονισμός προβλέπει ότι τα κείμενα δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τις 1.000 λέξεις, είτε δημοσιευτούν στον «Ριζοσπάστη» είτε στο θεωρητικό περιοδικό του κόμματος, την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» (ΚΟΜΕΠ). Το έντυπο στο οποίο θα δημοσιευτούν θα το αποφασίζει η επιτροπή προσυνεδριακού διαλόγου.
Επίσης, για το αν θα δημοσιευτεί ένα κείμενο η επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη της «τις δυνατότητες των δύο έντυπων οργάνων της Κ.Ε. του κόμματος για την κάλυψη του προσυνεδριακού διαλόγου».
Μια δεύτερη «καινοτομία» που εισάγει η επιτροπή διαλόγου είναι ότι δεν μπορεί να λάβει μέρος στον διάλογο -με δημοσίευση κειμένου του- ο οποιοσδήποτε εξωκομματικός εφόσον δεν συνδέεται με κάποια κομματική οργάνωση του ΚΚΕ.
«Κάθε κείμενο πρέπει να έχει απαραίτητα όλα τα παρακάτω στοιχεία του συγγραφέα: ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο, κομματική ή ΚΝίτικη Οργάνωση που ανήκει ή που έχει επαφές, αν πρόκειται για φίλο του ΚΚΕ. Τα στοιχεία αυτά είναι προϋπόθεση για τη δημοσίευση του κειμένου», αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Τι ίσχυε στο παρελθόν
Στα προηγούμενα συνέδρια, όπως λένε παλιότερα μέλη και φίλοι του ΚΚΕ, ίσχυαν άλλες διαδικασίες δημόσιου προσυνεδριακού διαλόγου.
Κατ’ αρχήν οποιοσδήποτε μπορούσε να στείλει κείμενο και να δημοσιευτεί, αρκεί το κείμενό του να αναφερόταν στα προσυνεδριακά κείμενα συζήτησης (θέσεις, καταστατικό, πρόγραμμα), να μην ήταν υβριστικό προς το ΚΚΕ ή εναντίον προσώπων και να τηρούσε τον αριθμό λέξεων που όριζε η επιτροπή.
Ουδέποτε στο παρελθόν υπήρχε η απαίτηση για πιστοποίηση της σχέσης ενός προσώπου με κομματική οργάνωση, εφόσον επρόκειτο για εξωκομματικό.
Στο παρελθόν επίσης, οποιοσδήποτε τηρούσε τους όρους του διαλόγου μπορούσε να θέσει οποιοδήποτε θέμα για συζήτηση στο συνέδριο, με δεδομένο πως αυτό είναι το ανώτατο κομματικό όργανο και δεν δεσμεύεται από αποφάσεις της απερχόμενης Κεντρικής Επιτροπής. Υπήρχε άλλωστε η επιδίωξη ο διάλογος να είναι ευρύς και με πλατιά συμμετοχή μέσα από την κοινωνία.
Στο παρελθόν, προσθέτουν οι καλά γνωρίζοντες, τα κείμενα που στέλνονταν εμπρόθεσμα στην επιτροπή προσυνεδριακού διαλόγου δημοσιεύονταν υποχρεωτικά είτε στον «Ριζοσπάστη» είτε στην «ΚΟΜΕΠ». Δεν αποτελούσε αρμοδιότητα της επιτροπής αν θα τα δημοσιεύσει ή όχι, ενώ δεν υπήρχε κανένας όρος περί δυνατότητας των κομματικών εντύπων να καλύψουν με δημοσιεύσεις τον διάλογο.
Επίσης, ο συμμετέχων στον διάλογο αποφάσιζε αν το κείμενό του θα δημοσιευτεί στον «Ριζοσπάστη» ή στην «ΚΟΜΕΠ», ανάλογα με την έκταση του κειμένου (άλλο όριο λέξεων υπήρχε για την κομματική εφημερίδα και άλλο για το κομματικό περιοδικό). Εκείνος που ήθελε δημοσίευση του κειμένου του στον «Ριζοσπάστη», για παράδειγμα, έγραφε πιο μικρό κείμενο.
Γιατί όχι στο διαδίκτυο;
Στο ερώτημα αν όλα αυτά γίνονται τώρα λόγω οικονομικής αδυναμίας του ΚΚΕ να δημοσιεύσει στα έντυπά του το σύνολο των κειμένων που θα λάβει εμπρόθεσμα, η απάντηση των συνομιλητών μας ήταν η εξής: «Τέτοιο επιχείρημα στη σημερινή εποχή δεν ισχύει. Γιατί δεν ανοίγουν τον διάλογο και στο διαδίκτυο, που δεν έχει κόστος, ώστε να δημοσιευτούν τα πάντα και μάλιστα χωρίς περιορισμό στην έκταση των κειμένων;»
Εν κατακλείδι κοινή διαπίστωση -εντός κι εκτός ΚΚΕ- είναι πως «τα νέα ήθη ενόψει του προσυνεδριακού διαλόγου για το 20ό Συνέδριο επιβάλλουν η ηγεσία του κόμματος να οργανώνει τον διάλογο με τέτοιο τρόπο ώστε να ελέγχει απόλυτα τι θα δημοσιευτεί και τι όχι».