Από την Κατερίνα Παπαγεωργίου…
Οι περισσότεροι ήρωες των βιβλίων του πολυβραβευμένου συγγραφέα Δημήτρη Σωτάκη είναι εμμονικοί, κάποιες φορές μπορείς να τους χαρακτηρίσεις μέχρι και εν δυνάμει… ψυχοπαθείς!
Παράλληλα, είναι άνθρωποι μοναχικοί συχνά ανίκανοι να διαχειριστούν τη ζωή τους.Στο τελευταίο του βιβλίο “Ο κανίβαλος που έφαγε έναν Ρουμάνο”(εκδόσεις Κέδρος, σελ.228) συναντάμε τον Ζερίν, έναν εργένη που ζει σε παραθαλάσσια ελληνική πόλη.
Πρόκειται για έναν ευγενικό συμπαθητικό άνδρα, ιδιοκτήτη επιχειρήσεων με το χρήμα να ρέει άφθονο στη ζωή του η οποία κυλάει ήρεμα μέσα από μια αγαπημένη ρουτίνα. Με τίποτα απειλητικός!
Κάποια στιγμή μαθαίνει πως σε πολυκατοικία κοντά στο παλιό λιμανάκι έχει εγκατασταθεί μια οικογένεια ρουμάνων. Αυτόματα η ζωή του φωτίστηκε γεμίζοντας ενδιαφέρον, καθώς από χρόνια είχε την επιθυμία, εμμονή καλύτερα, να γνωρίσει έναν ρουμάνο, η Ρουμανία ήταν πάντα το μεγάλο του όνειρο.
Αυτός είναι κι ο λόγος που στο μικρό “παλάτι” του με την πλούσια γκαρνταρόμπα σ΄ ένα μεγάλο σκαλιστό ξύλινο τραπέζι είναι πάντα απλωμένος ένας τεράστιος χάρτης της Ρουμανίας με τοπία της να βρίσκονται επίσης ολόγυρα στους τοίχους σε καδραρισμένες φωτογραφίες!
Γρήγορα και μετά από συστηματική γεμάτη αγωνία αλλά και αγαλλίαση παρακολούθηση, διαπιστώνει πως δεν πρόκειται απλώς για έναν ρουμάνο αλλά για μια τετραμελή οικογένεια από την Ρουμανία, ένα ζευγάρι με την σύζυγο να είναι μέχρι… πόνου όμορφη και τα δυο μικρά παιδιά τους.
Όταν ο ήρωας…. ξεφεύγει από την πραγματικότητα!
Με αέρα αυτοπεποίθησης και σιγουριάς και μ΄ ένα τρελό χτυποκάρδι ο Ζερίν βάζει σε εφαρμογή το σχέδιο του για το πως δηλαδή θα καταφέρει να γνωρίσει την συγκεκριμμένη τετραμελή οικογένεια και να γίνει με κάθε τρόπο απαραίτητος σε όλα τα μέλη της κυρίως βέβαια στην πανέμορφη νεαρή μητέρα των παιδιών.
Τα πρώτα λόγια που τους λέει κτυπώντας την πόρτα τους, μοιάζουν αθώα και ευγενικά: “Αγαπώ πολύ την Ρουμανία την χώρα σας. Ήθελα απλώς να πω ένα γειά. Είμαι πολύ χαρούμενος που ήρθατε στην πόλη μας.”
Και λίγο αργότερα με το που μπήκε στο σπίτι ρίχνοντας αχόρταγα ματιές παντού: “Αγαπώ πολύ την χώρα σας και ήθελα να σας γνωρίσω. Δεν είχα γνωρίσει ρουμάνους ποτέ στο παρελθόν.”
Από εκείνη τη στιγμή ο Ζερίν με τον αέρα ενός κοσμοπολίτη τζέντλεμαν, τους επισκέπτεται καθημερινά γεμάτος δώρα και γλυκά και με την προτροπή στις αντιρρήσεις τους “μια συμβολική κίνηση είναι μόνο” κι όλα αυτά σ΄ ενα φτωχικό σπίτι με τους άνεργους γονείς πνιγμένους στην φτώχεια να βρίσκονται σε αδιέξοδο.
Τα απίστευτα που ακολουθούν γραμμένα με τρόπο που να βάζουν και τον αναγνώστη στην περίεργη παρέα δείχνουν που μπορεί να φτάσει κανείς για να ζήσει την ευτυχία, όταν πλέον οι επιθυμίες του υποσυνείδητου έρχονται στο φως.
Η ρηχότητα των συναισθημάτων, αλλά την ίδια ώρα και η αυτοθυσία για αυτούς που αγαπάς, όλα τίθονται επι τάπητος όταν ο έρωτας κυριολεκτικά απογειώνει, μεθάει και τριβελίζει το μυαλό, με τους ρόλους από ένα σημείο και μετά να επαναπροσδιορίζονται.
Εκπληξη η έντονη και άγρια σεξουαλικότητα του ήρωα. Ακολουθώντας τον στις πρώτες σελίδες του βιβλίου δεν φαντάζεσαι πως θα μπορούσε να μεταμορφωθεί σ΄ένα τόσο ορμητικό και ακόρεστο εραστή. Συναρπαστική επίσης η αφήγηση των προφητικών “ονείρων” που βλέπει στον ύπνο του ο σύζυγος ο Φλάβιου, όπως και τα γράμματα που επίσης σε όνειρο του γράφει στην γυναίκα του Ιονέλα.
Κρυμένες Σκέψεις πίσω από τις λέξεις
“Ο Κανίβαλος που έφαγε έναν ρουμάνο” είναι ένα ιδιαίτερα εφευρετικό και καλογραμμένο βιβλίο με κρυμένες σκέψεις κι αρκετές δόσεις μελαγχολίας και πικρής ενδοσκόπησης, ένα αλλοθι για να εκφράσει ο συγγραφέας αυτά που θέλει να πει αλλά και για να θίξει σύγχρονα προβλήματα… Δεν το αφήνεις από τα χέρια σου. Δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα μυθιστορήματα του Δημήτρη Σωτάκη έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, κινεζικά, ιταλικά, τουρκικά, ολλανδικά, σερβικά.
Ανάμεσα τους το “Θαύμα της Αναπνοής” έχει τιμηθεί με το βραβείο Athens Prize for Literature ενώ ήταν υποψήφιο για το Ευρωπαίκο Αριστείο Λογοτεχνίας καθώς και για το βραβείο jean Monnet στη Γαλλία.
Ο Δημήτρης Σωτάκης στο Κανάλι Ενα
Ο Δημήτρης Σωτάκης γεννημένος στην Αθήνα το 1973 έχει μυθιστορηματική ζωή. Παράλληλα με το γράψιμο βιβλίων, διδάσκει κινέζικα, ταξιδεύει συχνά στο Πεκίνο, και σίγουρα του αρέσει να ασχολείται και να εξερευνά θέματα που δεν ακουμπούν στην πραγματικότητα.
Όπως λέει και ο ίδιος, το βιβλίο που τον έκανε γνωστό είναι το τρίτο που έγραψε με τίτλο “Ο άνθρωπος καλαμπόκι”. Σε πρόσφατη συνέντευξη που μου έδωσε (την περασμένη Κυριακή 29 Απριλίου) στο Κανάλι Ένα στην εκπομπή “30φυλλα με μέλι” εξήγησε πως το βιβλίο αυτό το έγραψε κάτω από παράξενες συνθήκες…
Συγκεκριμένα πριν από χρόνια κι ενώ βρισκόταν σε μια παράδοξη ψυχολογική κατάσταση αναγκασμένος να δουλεύει σε μια τηλεφωνική εταιρία ίσα ίσα για την επιβίωση άρχισε να ρωτάει αφού τηλεφωνούσε σε άγνωστους αριθμούς: “Θές να φας καλαμπόκι;”.
Απολύθηκε αμέσως αλλά από εκείνη την κίνηση του εμπνεύστηκε και τον ήρωα του στο μυθιστόρημα “Ο άνθρωπος καλαμπόκι” που ξεπέρασε σε επιτυχία ακόμα και τις προσδοκίες του!