Ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι σύντομα θα συναντηθεί με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Τώρα έχουμε μια ημερομηνία – και μια τοποθεσία.
Η πρώτη σύνοδος κορυφής ΗΠΑ-Ρωσίας της προεδρίας του Μπάιντεν θα πραγματοποιηθεί στη Γενεύη της Ελβετίας, στις 16 Ιουνίου. Η συνάντηση έρχεται στο τέλος του ήδη προγραμματισμένου ταξιδιού του Μπάιντεν στο Ηνωμένο Βασίλειο για τη σύνοδο κορυφής της G7 και στις Βρυξέλλες για τη συνάντηση των ηγετών του ΝΑΤΟ, δίνοντας στον πρόεδρο αρκετό χρόνο για να συνομιλήσει με τους των ΗΠΑ προτού καθίσει στο τραπέζι με τον Πούτιν.
Τα θέματα στην ατζέντα
Όταν ο Μπάιντεν και ο Πούτιν συναντηθούν, θα έχουν πολλά να συζητήσουν. Μια σύντομη λίστα θεμάτων περιλαμβάνει, όπως αναφέρει το BBC, τον έλεγχο των όπλων, την κλιματική αλλαγή, την κατάσταση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, τις δραστηριότητες της Ρωσίας στον κυβερνοχώρο, συμπεριλαμβανομένης της επίθεσης SolarWinds 2020 στα αμερικανικά κυβερνητικά και ιδιωτικά δίκτυα υπολογιστών, καθώς και την απόπειρα δηλητηρίασης και την φυλάκιση του Ρώσου αντιφρονούντα, Αλεξέι Ναβάλνι.
Οι συνομιλίες αναμένεται να είναι έντονες καθώς ο Μπάιντεν και ο Πούτιν έχουν ανταλλάξει σκληρές εκφράσεις εν μέσω αυξανόμενων εντάσεων τους τελευταίους μήνες.
Σε συνέντευξή του τον Μάρτιο, ο Μπάιντεν συμφώνησε με τον χαρακτηρισμό του Πούτιν ως «δολοφόνου», ωθώντας τη Ρωσία να ανακαλέσει προσωρινά τον πρέσβη της στις ΗΠΑ. Ο Πούτιν με τη σειρά του, του επέστρεψε τον χαρακτηρισμό και του ευχήθηκε σαρκαστικά «καλή υγεία».
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ το BBC, οι προσδοκίες για απτά αποτελέσματα από αυτήν τη συνάντηση, είναι χαμηλές αλλά υπάρχει ελπίδα να υπάρξει μια σαφής βελτίωση τουλάχιστον στη σχέση των δύο ανδρών.
Επιβολή και άρση κυρώσεών
Νέα ένταση, στις ήδη υπάρχουσες, προκάλεσαν οι κυρώσεις που η κυβέρνηση Μπάιντεν επέβαλε τον περασμένο μήνα ως τιμωρία για την υπόθεση SolarWinds. Μεταξύ αυτών ήταν οι περιορισμοί στις συναλλαγές μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων των ΗΠΑ και της ρωσικής κυβέρνησης καθώς και κυρώσεις σε ρωσικές επιχειρήσεις και η απέλαση Ρώσων διπλωματών.
Την περασμένη εβδομάδα όμως έγιναν δηλώσεις σύμφωνα με τις οποίες η κυβέρνηση Μπάιντεν θα έκανε πίσω στο θέμα της επιβολής κυρώσεων για τον σχεδόν ολοκληρωμένο αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2 μεταξύ Ρωσίας και Γερμανίας. Η κίνηση αυτή εκτιμάται πως θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση των εντάσεων ΗΠΑ-Ρωσίας πριν τη συνάντηση στις 14 Ιουνίου. Φυσικά με την απόφαση αυτή οι ΗΠΑ δεν κατευνάζουν μόνο τη Ρωσία αλλά αποφεύγουν και τις τριβές με τη Γερμανία.
Σε τεντωμένο σκοινί
Η ρητορική της κυβέρνησης Μπάιντεν απέναντι στη Ρωσία είναι πολύ διαφορετική από αυτή επί Τραμπ, και οι ενέργειες της δεν συνάδουν πάντα με τις πράξεις της. Αυτό οδήγησε σε κάποια κριτική στις πολιτικές του Λευκού Οίκου για τη Ρωσία τόσο από πολιτικούς φίλους όσο και από αντίπαλους.
Μετά την ανακοίνωση για τον Nord Stream 2, ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, Μπομπ Μέντεζ, δήλωσε ότι δεν βλέπει πώς η κίνηση αυτή θα βοηθήσει στην «αντιμετώπιση της ρωσικής επιθετικότητας στην Ευρώπη».
Επίσης, λίγο μετά τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών για τη Σύνοδο Κορυφής, ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Μπεν Σάσε άσκησε κριτική στη πολιτική Μπάιντεν έναντι της Ρωσίας κάνοντας ειδική αναφορά και στο περιστατικό με την αεροπειρατία του αεροσκάφους της Ryanair με εντολή του προέδρου της Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο που έχει την πλήρη στήριξη του Κρεμλίνου.
“Ανταμείβουμε τον Πούτιν με μια σύνοδο κορυφής;” ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε:”Ο Πούτιν φυλάκισε τον Αλεξέι Ναβάλι και η μαριονέτα του, ο Λουκασένκο έκανε αεροπειρατεία σε αεροπλάνο για να συλλάβει τον Ρομάν Προτάσεβιτς. Αντί να αντιμετωπίζουμε τον Πούτιν σαν γκάνγκστερ, του δίνουμε τον πολύτιμο αγωγό Nord Stream 2 και νομιμοποιούμε τις ενέργειές του με μια σύνοδο κορυφής».
Οι σύνοδοι κορυφής ΗΠΑ-Ρωσίας είναι πάντοτε διπλωματικές πράξεις, με τους προέδρους των ΗΠΑ να πρέπει να κινηθούν σε τεντωμένο σκοινί, καθώς ο πλανήτης στρέφει το βλέμμα του σε αυτές με μεγάλο ενδιαφέρον. Ο Μπάιντεν, ως πρώην αντιπρόεδρος και εμπειρογνώμονας εξωτερικών σχέσεων στη Γερουσία, έχει μεγάλη εμπειρία στη διπλωματική αρένα και φαίνεται να επιδιώκει την ανάπτυξη μιας χημείας με παγκόσμιους ηγέτες.
Ωστόσο, η σύνοδος κορυφής της Γενεύης θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα προσωπικά τεστ της πολιτικής του σταδιοδρομίας.